Καρλότα

Καρλότα
(Charlotta). Όνομα Ευρωπαίων ηγεμονίδων και πριγκιπισσών. 1. Κ. (15ος αι.). Βασίλισσα της Κύπρου (1456-60), κόρη του βασιλιά της Κύπρου Ιωάννη Γ’. Διαδέχθηκε τον πατέρα της το 1456 και τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκε τον κόμη της Γενεύης Λουδοβίκο υπό την πίεση του νόθου αδελφού της Ιάκωβου, ο οποίος διεκδικούσε τον θρόνο και την υποχρέωσε να εγκαταλείψει την Κύπρο και να παραχωρήσει τα δικαιώματα του θρόνου στον ανιψιό της, Κάρολο της Σαβοΐας. 2. Πριγκίπισσα της Σαβοΐας (1442 – 1483). Κόρη του Λουδοβίκου της Σαβοΐας και της Άννας Λουζινιάν, κόρης του βασιλιά της Κύπρου. Παντρεύτηκε τον δελφίνο της Γαλλίας και κατοπινό βασιλιά Λουδοβίκο ΙΑ’. Διακρινόταν για την εξαιρετική ευφυΐα, τη μόρφωση και τις διοικητικές ικανότητές της. 3. Κ. ή Ελισάβετ της Βαυαρίας (Χαϊδελβέργη 1652 – Σεν Κλου 1722). Πριγκίπισσα του Παλατίνου, κόρη του εκλέκτορα του Ρήνου, Κάρολου Λουδοβίκου. Παντρεύτηκε το 1671 τον Φίλιππο της Ορλεάνης, αδελφό του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ’. Παρότι η Κ. δεν φημιζόταν για το κάλλος της, διέθετε μεγάλη μόρφωση και ιδιαίτερη ευφυΐα. Από διάφορες επιστολές της που σώθηκαν, συγκεντρώθηκαν αξιόλογες λεπτομέρειες για την κατάσταση που επικρατούσε εκείνη την εποχή στα ανάκτορα των Βερσαλιών. 4. Κ. Αυγούστα (1796 – 1817). Βρετανίδα πριγκίπισσα, κόρη του βασιλιά Γεωργίου Δ’ της Αγγλίας και της Καρολίνας του Μπρούνσβικ. Το 1816 παντρεύτηκε τον Λεοπόλδο του Σαξ-Κόμπουργκ, τον κατοπινό βασιλιά του Βελγίου, αλλά τον επόμενο χρόνο πέθανε κατά τη διάρκεια του τοκετού. 5. Κ. Μαρία-Αμαλία (Λέκεν, Βέλγιο 1840 – 1927). Αυτοκράτειρα του Μεξικού και πριγκίπισσα του Σαξ-Κόμπουργκ. Ήταν η μοναδική κόρη του βασιλιά του Βελγίου, Λεοπόλδου. Το 1857 παντρεύτηκε τον Αυστριακό αρχιδούκα Μαξιμιλιανό, τον οποίο ακολούθησε στο Μεξικό όταν ορίστηκε αυτοκράτορας της χώρας. Το 1866 εστάλη από τον Μαξιμιλιανό στην Ευρώπη με σκοπό να πείσει τον Ναπολέοντα Γ’ και τον πάπα Πίο Θ’ να τον ενισχύσουν στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τους Μεξικανούς μαχητές, οι οποίοι, με επικεφαλής τον Μπενίτο Χουαρέζ, είχαν επαναστατήσει εναντίον του. Όμως η αποστολή της δεν απέφερε θετικά αποτελέσματα και τον επόμενο χρόνο, όταν έμαθε την εκτέλεση του συζύγου της, παραφρόνησε.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Νόρντενφλιχτ, Χέντβιχ Καρλότα — (Hedvig Charlotta Nordenflycht, Στοκχόλμη 1718 – Σκοκλόστερ 1763). Σουηδή ποιήτρια. Υπήρξε η εμψυχώτρια του πρώτου σουηδικού φιλολογικού σαλονιού και του Τάγματος των θεμελιωτών της σκέψης, στο οποίο ανήκουν επίσης και οι Γκούσταφ Φίλιπ Κρόυτς… …   Dictionary of Greek

  • Ελισάβετ — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αγία από τη φυλή του Λευί, μητέρα του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Ήταν συγγενής της Θεοτόκου και σύζυγος του ιερέα Ζαχαρία. Σύμφωνα με την παράδοση, αν και η Ε. δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει και… …   Dictionary of Greek

  • Ιάκωβος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ι. ο πρεσβύτερος. Ένας από τους δώδεκα Αποστόλους. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιωάννη. Μαρτύρησε επί Ηρώδη Αγρίππα Α’, περίπου το έτος 42 μ.Χ. (Πράξεις των Αποστόλων κβ’).… …   Dictionary of Greek

  • Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… …   Dictionary of Greek

  • Σίλερ, Γιόχαν Κρίστοφ Φρήντριχ φον- — (Schiller). Γερμανός ποιητής και δραματογράφος (Μάρμπαχ, Βυρτεμβέργη 1759 Βαϊμάρη 1805). Στο Λούντβιχσμπουργκ, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένεια του από το 1766, ο νεαρός Σ. μεγάλωσε σε επαφή με τη μεγαλοπρεπή αυλική ζωή και είχε την ευκαιρία… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάνδρα — I Θεά της Λακωνίας, η οποία λατρευόταν στις Αμύκλες και στα Λεύκτρα, όπου υπήρχαν ιερά της. Την παρίσταναν να κρατά λύρα. Αργότερα ταυτίστηκε με την Κασσάνδρα, κόρη του Πρίαμου και δούλα του βασιλιά Αγαμέμνονα. II Περίφημη ζωγράφος των… …   Dictionary of Greek

  • μπαλέτο — Ενιαία σκηνική παράσταση που αναπτύσσει πλήρως ένα συγκεκριμένο θέμα μέσω του χορού και της παντομίμας, με συνοδεία μουσικής και με τη βοήθεια σκηνικών και κουστουμιών. Είναι ένας τύπος θεάματος που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στην Ευρώπη –και από… …   Dictionary of Greek

  • Ανγκιέν, δούκας του- — (Louis Antoine Henri de Bourbon Conde, duc d’ Enghien, 1772 – 1804).Γιος του Λουδοβίκου Ερρίκου και της Λουίζας της Ορλεάνης, έφυγε στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της Γαλλικής επανάστασης (1789). Υπηρέτησε στον στρατό του παππού του Κοντέ και… …   Dictionary of Greek

  • Ερνέστος-Αύγουστος — I (Ernst Augustus, 1629 – 1698). Εκλέκτορας του Ανόβερου. Ήταν ο νεότερος γιος του δούκα Γεωργίου. Ως Διαμαρτυρόμενος επίσκοπος του Όσναμπρουκ, πήρε μέρος στον θρησκευτικό πόλεμο κατά της Γαλλίας όπου και διακρίθηκε. Ήταν φίλος και προστάτης του… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”